Σε υψηλά 15 ετών βρίσκονται σταθεροποιημένες τον τελευταίο χρόνο οι δόσεις της πλειονότητας των στεγαστικών δανείων.
Θα είχαν δε σκαρφαλώσει ακόμη υψηλότερα εάν οι τράπεζες δεν προχωρούσαν τον περυσινό Απρίλιο στο πάγωμα των συνδεδεμένων με τις συγκεκριμένες χρηματοδοτήσεις δεικτών αναφοράς.
Εκτοτε το κόστος χρήματος στην ευρωζώνη ενισχύθηκε κατά 100 μονάδες βάσης, επιβάρυνση που ωστόσο επωμίστηκαν οι πιστωτές, στο πλαίσιο των προγραμμάτων επιβράβευσης για όλους τους συνεπείς πελάτες με δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου.
Τα μέτρα στήριξης
Τα ευεργετικά αποτελέσματα αυτής της στήριξης καταδεικνύουν τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το μέσο επιτόκιο στο σύνολο των υφιστάμενων δανείων της κατηγορίας με διάρκεια άνω των 5 ετών, από το ιστορικό χαμηλό του 1,89% στο τέλος του 2021, βρέθηκε μέσα σε περίπου ενάμιση χρόνο σε υπερδιπλάσια επίπεδα.
Τον Μάρτιο του 2023 διαμορφώθηκε στο 4,33% για να σταθεροποιηθεί από το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στη ζώνη του 4,4%. Δίχως την παρέμβαση των τραπεζών, το ετήσιο κόστος θα είχε ξεπεράσει το 5%. Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, αν αναλογιστεί κανείς ότι το μέσο υπόλοιπο καταθέσεων των νοικοκυριών κινείται στην περιοχή των 5.000 ευρώ και η μέση οφειλή στη στεγαστική πίστη στις 50.000 ευρώ, το μέτρο είχε άμεσα τη μεγαλύτερη θετική συμβολή στον ισολογισμό των καταναλωτών κατά την περίοδο αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής και ακρίβειας.
Επί της ουσίας, μέσω της δράσης που ενεργοποιήθηκε, τα πιστωτικά ιδρύματα μετέτρεψαν το σύνολο των ανοιγμάτων σε σταθερού επιτοκίου, προστατεύοντας τους δανειολήπτες από τις αυξήσεις που σημειώθηκαν στα επιτόκια από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο του 2023.
Η ρύθμιση δε θα ισχύει έως και τον Μάιο του 2025. Μέχρι τότε και εφόσον οι δείκτες euribor δεν υποχωρήσουν κάτω από τα επίπεδα του 2,7% – 2,8%, οι μηνιαίες δόσεις όλων των δανειοληπτών θα παραμείνουν σταθερές.
Οι εναλλακτικές επιλογές
Πηγές από τους συστημικούς ομίλους σημειώνουν, σύμφωνα με τον OT.gr πως οι νέες επισφάλειες έως σήμερα διατηρούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, εξέλιξη που συνδέεται με το πάγωμα των επιτοκίων. Ωστόσο, κατά τους ίδιους κύκλους, υπάρχουν δανειολήπτες που επιτυγχάνουν να παραμένουν συνεπείς με δυσκολίες.
Για όσους λοιπόν δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα και θέλουν να μειώσουν τις δόσεις τους, υπάρχουν δύο λύσεις:
1. Επαναδιαπραγμάτευση:
Το πρώτο βήμα είναι η διαπραγμάτευση του δανειολήπτη με τον πιστωτή του. Εφόσον αποδεικνύεται από τα στοιχεία που θα παρουσιάσει ότι υπάρχει δυσχέρεια στην πληρωμή των δόσεων, εξετάζονται διάφορες εναλλακτικές. Η πρώτη αφορά την αύξηση της διάρκειας αποπληρωμής.
Οσο μεγαλώνει η περίοδος έως την πλήρη εξόφληση του υπολοίπου, τόσο χαμηλότερα διαμορφώνεται η μηνιαία δόση. Φυσικά στην προκειμένη περίπτωση οι συνολικοί τόκοι αυξάνονται. Σε πιο δύσκολες περιπτώσεις, οι τράπεζες μπορούν να προβούν και σε μείωση του επιτοκίου. Εάν πρόκειται για κυμαινόμενο, κουρεύεται το spread, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα μετατροπής του σε σταθερό.
Για αυτές τις αλλαγές οι τράπεζες χρεώνουν μία εφάπαξ προμήθεια, που συνήθως διαμορφώνεται στη ζώνη των 150 ευρώ.
2. Μεταφορά σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα:
Πρόκειται για τη δεύτερη εναλλακτική για κάποιον που θέλει να μειώσει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους του. Ωστόσο, εν προκειμένω η διαδικασία είναι περισσότερο γραφειοκρατική και κοστίζει, καθώς περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη μεταφορά της σύμβασης (έννομης σχέσης) και λοιπές νομικές ενέργειας που έχουν να κάνουν με τις εξασφαλίσεις. Επιπλέον, αν πρόκειται για δάνειο με σταθερό επιτόκιο, είναι πιθανή, ανάλογα με τους αρχικούς όρους χρηματοδότησης, η χρέωση με έξοδα πρόωρης εξόφλησης.
Ολες οι ειδήσεις στο Dokari.gr.
Πηγή φωτογραφίας – depositphotos.com