Ο υπηρεσιακός Ομοσπονδιακός τεχνικός αναφέρθηκε στην δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται η Εθνική Ελλάδος αλλά και στον διάδοχο του Μαρκαριάν.
Ο Κώστας Τσάνας παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στην ΕΡΑ ΣΠΟΡ και μίλησε μεταξύ άλλων και για την παρουσία του στον πάγκο στα παιχνίδια με Φιλανδία και Ρουμανία.
Αναλυτικά όσα είπε:
Στο πώς αισθάνεται όταν ακούει το χαρακτηρισμό «υπηρεσιακός»: «Το “υπηρεσιακός” χαρακτηρίζει έναν προπονητή. Το ότι όμως είναι υπηρεσιακός ή προσωρινός δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι προπονητής. Στέκομαι στο ουσιαστικό και όχι στον προσδιορισμό, γιατί αν σταθείς σ’ αυτό μπορεί να κάνεις τεράστιο λάθος. Δηλαδή να θεωρήσω τον εαυτό μου προσωρινό και να παρουσιαστώ έτσι. Αλλά τόσο καιρό που είμαι στις Εθνικές Ομάδες είμαι ομοσπονδιακός προπονητής και για μένα δεν παίζει ρόλο πώς μπορεί να με αναφέρουν κάποιοι».
Στο αν έχει κάποιο παράπονο που κλήθηκε απλώς να αναλάβει προσωρινά την ομάδα:
«Δεν έχω κανένα παράπονο, για τον απλούστατο λόγο ότι όταν είσαι ομοσπονδιακός υπάρχει δυνατότητα να κληθείς από μια Εθνική να πας σε μία άλλη. Έτσι έγινε από τη Νέων στην Ελπίδων και έτσι έγινε και τώρα που πήγα από την Ελπίδων στην Ανδρών γι’ αυτά τα δύο παιχνίδια. Δεν με απασχολεί αυτό. Με απασχολεί να προσπαθήσω να κάνω ό,τι μπορώ καλύτερο. Δεν είναι προσωπικός στόχος να βρίσκομαι στην Εθνική Ανδρών, αλλά να είμαι στην Ομοσπονδία, γιατί το να είμαι προπονητής στις Εθνικές Ομάδες είναι κάτι που με γεμίζει πάρα πολύ. Και στην Εθνική Νέων ήταν όμορφα και στην Ελπίδων και στην Κ20. Αυτό που σκέφτομαι είναι τι έχουμε περάσει ως τεχνικό τιμ στις Εθνικές και όχι το πού το έχουμε περάσει». Στο πώς αισθάνεται αναλαμβάνοντας μια δύσκολη κατάσταση:
«Δεν νομίζω ότι σκέφτεσαι να αποφύγεις κάτι, αλλά το πώς θα το αντιμετωπίσεις. Κι εγώ αυτό προσπάθησα να κάνω. Δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα να είσαι προπονητής σε μια Εθνική που είναι στην τελευταία θέση ενός ομίλου, κάτι που δεν το έχει συνηθίσει εδώ και πολλά χρόνια, που ακόμη και την τελευταία στιγμή προκύπτουν προβλήματα τραυματισμών και προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Πραγματικά δεν το σκέφτομαι. Η σχέση και ο τρόπος αντιμετώπισης από τους ποδοσφαιριστές ήταν πάρα πολύ καλή.
Στην Εθνική όλοι ξέρουν τι πρέπει να γίνει, αλλά ουσιαστικά την ευθύνη την παίρνει μόνο ο προπονητής και κανείς άλλος. Όλοι νομίζουν ότι ξέρουν την καλύτερη λύση, αλλά άλλο να κρίνεις εκ του ασφαλούς και άλλο να παίρνεις την απόφαση. Δεν είναι εύκολο. Για να καταλάβεις τις δυσκολίες πρέπει να δεις την κατάσταση από διαφορετική οπτική γωνία. Όχι της άνεσης, αλλά της υπευθυνότητας και τους τρόπους που θα ανταποκριθεί στο δύσκολο έργο. Και είναι σκληρό γιατί δεν είναι εύκολο να αποδεχθείς την τελευταία θέση, ειδικά όταν μιλάμε για την Εθνική Ελλάδας. Υπάρχει απογοήτευση, θυμός, στενοχώρια. Είναι κάποια συναισθήματα που όχι μόνο πρέπει να αποδεχθείς, αλλά και να αντιστρέψεις. Εκεί είναι η δυσκολία και όχι το πόσες αγωνιστικές θα είσαι προπονητής στην Ανδρών. Θέλω να καταλάβει ο κόσμος ότι μια εθνική ομάδα δεν μπορεί να είναι συνέχεια στην κορυφή. Κάποια στιγμή θα έρθει η συγκυρία να μην έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Δείτε στην Ευρώπη τι γίνεται αυτή τη στιγμή πόσες ομάδες δεν βρίσκονται στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Όλες οι ομάδες περνούν μια τέτοια μεταβατική περίοδο. Το θέμα είναι να αντιδράσουμε σωστά, να μην αγαπάμε μόνο τη νίκη, να μην είμαστε μόνο οπαδοί των βαθμών, αλλά να εκφράζουμε την υποστήριξη στην ομάδα και τους παίκτες ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Στα καλά, κανείς δεν έχει πρόβλημα. Στις δυσκολίες χρειάζεται η βοήθεια σε όλους. Όταν έχουν φύγει καλοί ποδοσφαιριστές που έχουν προσφέρει πολλά, δεν μπορούν άμεσα να αντικατασταθούν. Χρειάζεται λίγος χρόνος ώστε οι υπάρχοντες να προσφέρουν όσο γίνεται καλύτερα στην ομάδα».
Στο αν υπάρχει ενδεχόμενο παραμονής του στο πόστο του προπονητή της Ανδρών:
«Πάντα υπάρχουν απόψεις και πάντα υπάρχουν κάποιοι που λένε να μείνει και κάποιοι που λένε να φύγει. Εγώ αυτό που σέβομαι είναι τη γνώμη και την κριτική κάθε ανθρώπου που θέλει να βοηθήσει. Δεν μου αρέσει το να βρίσκεις ένα μειονέκτημα και να μένεις εκεί. Δεν με πειράζει προσωπικά γιατί ξέρω ότι ένας προπονητής είναι καλός όταν κερδίζει. Ωστόσο στις Εθνικές Ομάδες είναι διαφορετικό γιατί δεν μιλάμε για ομάδα που την έχεις στη διάθεσή σου δύο μήνες για να κάνεις προετοιμασία. Κάθε ποδοσφαιριστής έρχεται στην ομάδα από εντελώς διαφορετικές συνθήκες. Το μόνο που μπορεί να κάνει ένας ομοσπονδιακός είναι να δει κάποια πράγματα λίγο πριν από την κλήση. Εμείς την τελευταία στιγμή είχαμε τραυματισμούς, δύο στο πρωτάθλημα και έναν στην προπόνηση. Αυτά είναι που πρέπει να αντιμετωπίζουμε. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να παρακολουθείς τις αντιδράσεις. Μας ενδιαφέρει να παρουσιαστεί η ομάδα όσο καλύτερη γίνεται, όσο γίνεται πιο ανταγωνιστική και αξιοπρεπής. Πόσο μάλλον τώρα, που βρισκόμαστε σ’ αυτή τη θέση».
Στο από πού ξεκινάει το πρόβλημα:
«Η Εθνική Ομάδα δεν βρέθηκε ξαφνικά στην τελευταία θέση. Έγινε σταδιακά. Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν θα δούμε ότι έγιναν πολλές αλλαγές. Έφυγε ο κ. Σάντος, ήρθε ο κ. Ρανιέρι, έφυγε ο κ. Ρανιέρι, ήρθε ο κ. Μαρκαριάν, έφυγε ο κ. Μαρκαριάν συνεχίζουμε εμείς. Έφυγαν πολλοί ποδοσφαιριστές. Η Εθνική Ομάδα ανέκαθεν από την εποχή του κ. Ρεχάγκελ είχε έναν κορμό. Άλλαξαν πολλά πράγματα στη λειτουργία και πολλές φορές αυτό δεν βοηθάει, αλλά δημιουργεί έναν προβληματικό τρόπο λειτουργίας. Δεν ήρθαν και τα αποτελέσματα, ενώ επηρέασε και το γεγονός ότι όμιλος ήταν θεωρητικά εύκολος και όλα αυτά σε συνδυασμό το ένα με το άλλο, έφτασαν την Εθνική σ’ ένα σημείο που δεν είναι εύκολο να αντιδράσεις και να έχεις ελπίδες για πρόκριση». Στην επόμενη μέρα και στο αν η αναζήτηση προπονητή από εντελώς διαφορετικές ποδοσφαιρικές σχολές (Γερμανία και Αργεντινή) ενδέχεται να σημαίνει έλλειψη πλάνου:
«Δεν είναι έλλειψη προγραμματισμού. Θέλω να σας θυμίσω ότι ακόμη και στη Γερμανία δεν είναι όλοι οι προπονητές το ίδιο. Ο κάθε προπονητής είναι εντελώς διαφορετικός, αφού έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά και τρόπο προσέγγισης και λειτουργίας. Μπορεί δύο Γερμανοί προπονητές να είναι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους. Παίζουν ρόλο οι συνθήκες κάθε ομάδας και το υλικό που έχει κάθε προπονητής στα χέρια του. Είναι πολύ εύκολο να βρεις έναν προπονητή με βάση τα χαρακτηριστικά της ομάδας. Πολλές φορές για να τον βρεις βάζεις κάποια χαρακτηριστικά που θεωρείς ότι ταιριάζουν με αυτό που ζητάς. Γι αυτό και δεν στέκομαι στο από πού θα είναι, αλλά στο πώς θα είναι. Αν καταφέρει και έχει όλα τα στοιχεία που πρέπει δεν έχει σημασία η χώρα καταγωγής. Αυτό πρέπει να καταλάβουν όλοι. Ότι, δηλαδή, ο προπονητής πρέπει να έχει κάποια χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να ακολουθήσουν.
Σε τελική ανάλυση κάθε εθνική ομάδα έχει έναν τρόπο παιχνιδιού που τη χαρακτηρίζει. Γι αυτό και θα πρέπει να υπάρξει συνδυασμός και των χαρακτηριστικών της ομάδας και του τρόπου. Δηλαδή, δεν μπορείς να κάνεις επιθετική μια αμυντικογενή ομάδα. Δεν μπορείς από τη μια στιγμή στην άλλη να κάνεις μια πολύ επιθετική ομάδα να παίξει πολύ καλή άμυνα. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο το πιο δύσκολο είναι να συνδυάσεις την πολύ καλή εμφάνιση με το αποτέλεσμα. Θα πρέπει κάποια στιγμή να αναρωτηθούμε κι εμείς οι ίδιοι τι θέλουμε. Δεν μπορούμε να κερδίζουμε κάθε παιχνίδι, βάζοντας τρία γκολ. Αυτό δεν το κάνει καμία ομάδα και πολύ περισσότερο οι εθνικές που είναι πολύ δύσκολη η διαχείρισή τους. Τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν και γι αυτό θα πρέπει να βασιστούμε σε ποδοσφαιριστές με ικανότητα και σταθερότητα. Η Εθνική Ελλάδας ποτέ δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη Γερμανία, την Ισπανία ή κάποιες άλλες. Και το λέω αυτό γιατί η δεξαμενή των ποδοσφαιριστών δεν είναι ίδια με άλλες χώρες. Πόσοι Έλληνες ποδοσφαιριστές έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε ελληνικές ομάδες. Μακάρι να υπήρχαν, αλλά βλέπουμε ότι υπάρχουν σύλλογοι που παίζουν το πολύ τρεις Έλληνες και όχι όλοι με πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το θετικό, πάντως, είναι ότι το ποδόσφαιρό μας αλλάζει, ότι εκπαιδεύονται καλύτερα οι νεαροί ποδοσφαιριστές και έρχονται πιο καλά προετοιμασμένοι, αλλά κάποια στιγμή στη Σούπερ Λίγκα όταν μια ομάδα θέλει να πετύχει το στόχο της, αυτοί οι παίκτες θα πρέπει να ανταγωνιστούν τους ξένους που έρχονται σε αυτή την ομάδα και εκεί ξεκινάει η δυσκολία. Γιατί ένας προπονητής που κυνηγάει το αποτέλεσμα της Κυριακής, δεν έχει το χρόνο να εξελίξει ένα νεαρό ποδοσφαιριστή. Γι αυτό και πάνε πίσω πολλά πράγματα στην εξέλιξη των ποδοσφαιριστών, αφού ένας προπονητής με στόχο το άμεσο αποτέλεσμα, μπορεί να αφήσει στην άκρη πράγματα που θα βοηθούσαν μεν την εξέλιξη ενός παίκτη, αλλά χρειάζονται χρόνο.
Στην Ελλάδα υπάρχουν παίκτες στις μικρές εθνικές, αλλά ερχονται σιγά – σιγά. Η Παίδων προκρίθηκε στα τελικά, η Νέων έφτασε στους τέσσερις της Ευρώπης. Μακάρι να μπορούσαμε να παίζουμε πάντα εκπληκτικό ποδόσφαιρο, αλλά δεν είναι εύκολο».
Στο αν προτιμάει τον πάγκο των Ανδρών ή των «μικρών» Εθνικών:
«Δεν έχει μεγάλη διαφορά η Ελπίδων από την Ανδρών. Έχει να κάνει με ποδοσφαιριστές που είναι σε πιο ψηλό επίπεδο που θεωρητικά είναι καλύτεροι. Το ίδιο ένιωθα και στην Ελπίδων, το ίδιο νιώθω και στην Ανδρών. Ότι έχω να κάνω με πολύ καλούς ποδοσφαιριστές, έχοντας βέβαια κάποιες αντικειμενικές δυσκολίες, αλλά αφού με ρωτάτε θα σας πω ότι δεν νιώθω καμία διαφορά».
Στην έλλειψη ενέργειας που χαρακτηρίζει την ομάδα στα τελευταία παιχνίδια:
«Η ενέργεια είναι κάτι σχετικό. Μιλάμε για τον τρόπο που αγωνίζεται ένας ποδοσφαιριστής: η ταχύτητα, η δύναμη, το πάθος. Είναι γεγονός ότι σε κάποια παιχνίδια δείχνει να μας λείπει, ίσως γιατί ξεχνάμε το στόχο. Θεωρώ, όμως, ότι βρίσκεται και σε συνάρτηση με τη βαθμολογική θέση κι η δυσκολία για τον προπονητή είναι να καταφέρει να εμφυσήσει και κάποια διαφορετικά πράγματα στον τρόπο που θα αντιμετωπίσει η ομάδα του ένα παιχνίδι. Και, δυστυχώς, όταν λείπει το πάθος από τον Έλληνα παίκτη τα πράγματα δυσκολεύουν, αφού το πάθος, η ενέργεια και η θέληση είναι στοιχεία που πολλές φορές από μόνα τους μπορούν να βοηθήσουν στο να έρθουν τα αποτελέσματα. Αντίθετα, σε κάποια άλλα παιχνίδια η έλλειψη μάς δημιούργησε προβλήματα. Σε συνδυασμό, λοιπόν, με την ικανότητα των παικτών είναι απαραίτητα για να σε κάνουν να ξεχωρίσεις».