Η κρίση στη ΝΔ έχει πάρει πλέον γελοιογραφικές όψεις. Βέβαια, δεν είναι κάτι το πρωτοφανές.
Πριν τη ΝΔ, κατέρρευσε το πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ, ο άλλος ισχυρός πολιτικός πυλώνας της Μεταπολίτευσης, χάνοντας σχεδόν 40 (!) ποσοστιαίες μονάδες εκλογικής επιρροής από το 2009 μέχρι το 2015.
Τέτοια πολιτική εκατόμβη, τέτοια «πολιτική χωματερή», και μάλιστα στο σύντομο από ιστορική άποψη χρονικό διάστημα μιας πενταετίας περίπου, δεν υπήρξε ξανά στην πρόσφατη ελληνική ιστορία. Και δεν μπορεί να γίνει κανένας σοβαρός πολιτικός σχολιασμός χωρίς μια προσπάθεια ερμηνείας του «φαινομένου».
Στην προσπάθεια μιας τέτοιας ερμηνείας, πολλές αιτίες πρέπει να αναζητηθούν και πολλοί λόγοι να εξεταστούν. Εμείς θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε κάποιες αιτίες που κατά τη γνώμη μας είναι θεμελιώδεις και έχουν μακροσκοπικό χαρακτήρα: 1. Η πραγματική ζωντάνια των κομμάτων, αυτό που τα «αιμοδοτεί», που τους εξασφαλίζει αντοχή και «νομιμοποίηση», είναι η εκπροσώπηση κοινωνικών αιτημάτων και συμφερόντων, η εκπροσώπηση κοινωνικής δυναμικής, και η αποτύπωση όλων αυτών σε πρόγραμμα. Όταν αυτές οι προϋποθέσεις είναι «ζωντανές», τότε μιλάμε και για κόμματα «ζωντανά», για κόμματα που ζουν και στηρίζονται στη συμμετοχή αυτών που «στρατεύονται» σε αυτά, για κόμματα που έχουν οργανικούς δεσμούς με την κοινωνία, που ανανεώνονται στελεχικά από την κοινωνία, που οριοθετούνται με ευκρίνεια από άλλα κόμματα και από την αντίστοιχη δική τους κοινωνική επιρροή.
Αυτά όμως προϋποθέτουν πραγματικές και ουσιαστικές προγραμματικές διαφορές, πραγματικές διαφορές προγραμμάτων – αλλιώς, γιατί να υπάρχουν διαφορετικά κόμματα;
Σε αυτό το σημείο, στα χρόνια μετά το ’80 εμπεδώθηκε σταδιακά μια μεγάλη ανατροπή: στο πλαίσιο της «ενιαίας σκέψης», της λογικής ότι η οικονομία αποφασίζει και η πολιτική απλώς διαχειρίζεται τους καταναγκασμούς της οικονομίας, τα προγράμματα των κομμάτων συνέκλιναν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους, τέτοιες που να δικαιολογούν την ξεχωριστή τους ύπαρξη. Έτσι, επήλθε μια μεγάλη ανατροπή: τα κόμματα από φορείς διαφορετικών προγραμμάτων μετατράπηκαν σε διαφορετικούς εν δυνάμει διαχειριστές του ίδιου σε γενικές γραμμές προγράμματος. Έτσι, έπαψαν να αντλούν τη νομιμοποίησή τους από την κοινωνία, από ζωντανές κοινωνικές δυνάμεις, και αναγκαστικά έπρεπε να συγκρίνονται μεταξύ τους ως προς τη διαχειριστική τους ικανότητα. Από τη στιγμή που οι διαφορές δεν ήταν προφανείς και αυτονόητες, ανέλαβε η επικοινωνία να κάνει «τη νύχτα μέρα», να εφεύρει ή να διογκώσει «μεγάλες διαφορές» κ.λπ. Τα κόμματα από κοινωνικές πραγματικότητες έγιναν κομματικά και επικοινωνιακά «επιτελεία». Η μορφή του «κόμματος-στούντιο» αντικατέστησε σταδιακά ό,τι γνωρίζαμε ως τότε σαν «κόμμα». Το να μη μπορούν αρχηγοί κομμάτων που είναι εν ενεργεία πρωθυπουργοί να μιλήσουν σε μια αξιοπρεπή προεκλογική συγκέντρωση έστω μερικών χιλιάδων ανθρώπων, και να επιστρατεύονται «σκηνοθετικά όργια» για να εμφανίζονται πενιχρές συναθροίσεις σαν «μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις» είναι η έσχατη κατάληξη αυτής της απίσχνανσης του κομματικού φαινομένου.
Διαβάστε αναλυτικά στο www.rizopoulospost.com