Επιστήμονες εντόπισαν ένα νέο είδος εξαφανισμένου παρασιτικού μύκητα, άριστα διατηρημένο σε κεχριμπάρι, σε μυρμήγκι ηλικίας 50 εκατομμυρίων ετών.
Εκτός από το βολβοειδές μανιτάρι που προεξέχει από τον πρωκτό του μυρμηγκιού, σημαδια του μύκητα μπορεί να παρατηρήσει κανείς σε όλο το σώμα του άτυχου ξενιστή του. Το μυρμήγκι πιθανότατα πέθανε ως αποτέλεσμα της μυκητιασικής μόλυνσης και λίγο αργότερα παγιδεύτηκε τυχαία στη ρητίνη των δέντρων. Πρόκειται για το παλαιότερο παράδειγμα μυκητιασικού παρασίτου που έχει ανακαλυφθεί ποτέ σε μυρμήγκια.
Οι ερευνητές ονόμασαν το νέο είδος μύκητα Allocordyceps baltica. Το Cordyceps είναι ένα γένος ασκομυκήτων, που περιλαμβάνει περίπου 400 είδη, ενώ το baltica αναφέρεται στην περιοχή της Βαλτικής όπου ανακαλύφθηκε το κεχριμπάρι.
«Αυτού του είδους οι ανακαλύψεις είναι εξαιρετικά σπάνιες», δήλωσε στο Live Science ο Τζορτζ Πόιναρ, εντομολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, ο οποίος βοήθησε στην διαδικασία εξαγωγής DNA από το κεχριμπάρι. «Η ρητίνη του κεχριμπαριού περιέχει χημικές ουσίες που σταθεροποιούν τα κύτταρα και τους ιστούς, ενώ καταστρέφει τα σχετικά μικρόβια που κανονικά θα αποσυνέθεταν τα δείγματα», εξηγεί ο επιστήμονας. Ένα περίεργο παράσιτο
Οι παρασιτικοί μύκητες είναι δύσκολο να βρεθούν και να μελετηθούν λόγω του σύντομου κύκλου ζωής τους. «Όμως, όλοι μας φέρουμε κάποια μυκητιασική ανάπτυξη στο σώμα μας», πρόσθεσε ο Πόιναρ. Τα έντομα είναι ένας εξαιρετικός ξενιστής για αυτούς τους τύπους παρασίτων επειδή είναι άμεσα διαθέσιμα και παρέχουν μια πλούσια πηγή θρεπτικών συστατικών.
Τα μυρμήγκια του γένους Camponotus, όπως αυτό που παγιδεύτηκε στο κεχριμπάρι, είναι κοινοί ξενιστές σύγχρονων παρασιτικών μυκήτων του γένους Ophiocordyceps, που ανήκουν στην ίδια τάξη με το A. baltica. Αν και οι A. baltica είναι πιθανότατα εξαφανισμένοι σήμερα, η γενεαλογική τους γραμμή θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί στο σημερινό Ophiocordyceps, δήλωσε ο επιστήμονας, παρόλο που αυτό δεν έχει αποδειχθεί ακόμη γενετικά. Η κύρια διαφορά μεταξύ του A. baltica και του Ophiocordyceps είναι το σημείο από όπου βγαίνει το μανιτάρι σε ένα μυρμήγκι. Το μανιτάρι λειτουργεί ως αναπαραγωγικό όργανο των μυκήτων, απελευθερώνοντας σπόρια στο περιβάλλον.
Οι μύκητες Ophiocordyceps αναπτύσσουν τα ασκοκάρπια (καρποφόρα σώματα) τους γύρω από το λαιμό και το κεφάλι των μυρμηγκιών-ξενιστών τους. Οι μύκητες καταλαμβάνουν τον εγκέφαλο των μυρμηγκιών-ξενιστών και ελέγχουν το μυαλό τους για να τα αναγκάσουν να δαγκώσουν φυτά όπου άλλα μυρμήγκια γεννούν τα αυγά τους. Αυτό επιτρέπει στους μύκητες να απελευθερώνουν τα σπόρια τους σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση πιθανών νέων ξενιστών.
Δεν είναι σαφές γιατί ο A. baltica ανέπτυξε τα ασκομάτια του μέσω του ορθού του μυρμηγκιού, αν και ο Πόιναρ υποψιάζεται ότι αυτό μπορεί να επέτρεψε στον μύκητα να κρατήσει τον ξενιστή του ζωντανό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, πράγμα που σημαίνει ότι είχε περισσότερο χρόνο να διανείμει τα σπόρια του. «Ο πρωκτός είναι ήδη ανοιχτός, ενώ ο μύκητας θα έπρεπε να διαπεράσει την κάψουλα της κεφαλής για να βγει από το κεφάλι», εξηγεί ο επιστήμονας. «Αυτό θα επέτρεπε στο μυρμήγκι να επιβιώσει λίγες μέρες ακόμα, αφού μόλις ο μύκητας εισέλθει στο κεφάλι του μυρμηγκιού, αυτό πεθαίνει».
Άσχημος θάνατος
Παρόλο που το αναπαραγωγικό ασκοειδές εντοπίστηκε στον πρωκτό του απολιθωμένου μυρμηγκιού, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο μύκητας είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρο το σώμα του μυρμηγκιού. Το φυτικό μέρος του μύκητα, γνωστό ως μυκήλιο, προεξέχει από το μυρμήγκι στην κοιλιά και στο πίσω μέρος του λαιμού. Επίσης, οι ερευνητές βρήκαν σάκους όπου θα είχαν παραχθεί τα αναπαραγωγικά σπόρια στην κοιλιά και στο λαιμό. Αυτό θα σήμαινε σχεδόν σίγουρα σε ένα αργό και φρικτό θάνατο, δήλωσε ο Πόιναρ. Πηγή: ertnews.gr